νεοχριστιανισμός

νεοχριστιανισμός
ο
θρησκευτικοφιλοσοφική κίνηση που σημειώθηκε στην Ευρώπη από το 1890 και επιδίωκε τον συμβιβασμό τών διαφόρων χριστιανικών ομολογιών σύμφωνα με τις χριστιανικές αντιλήψεις τού Ρώσου συγγραφέα Λ. Τολστόι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. neochristianism (< νε[ο]-* + χριστιανισμός). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Σχινά - Λεβαδέως].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • νε(ο)- — και νιο [ΑΜ νε(ο) ] α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθ. νέος και στον νεοελλ. τ. νιος. Δηλώνει τις σημασίες: α) τού πρόσφατου, αυτού που έχει συντελεστεί προ ολίγου (πρβλ. νεο σφαγής, νιό βγαλτος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”